Το Σουρινάμ αποκτά την ανεξαρτησία του από την Ολλανδία.
25 Νοεμβρίου 1975 (46 χρόνια πριν):
Το Σουρινάμ αποκτά την ανεξαρτησία του από την Ολλανδία.
Το Σουρινάμ (πρώην Ολλανδική Γουιάνα) είναι χώρα της Νότιας Αμερικής με έκταση 163.270 τ.χλμ. και πληθυσμό 592.000[1] κατοίκους, σύμφωνα με τη μέση εκτίμηση των Ηνωμένων Εθνών για το 2021. Συνορεύει δυτικά με τη Γουιάνα, ανατολικά με τη Γαλλική Γουιάνα και νότια με τη Βραζιλία. Από Βορρά βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό. Αποτελεί τη μικρότερη σε έκταση χώρα στη Νότια Αμερική. Πρωτεύουσα είναι το Παραμαρίμπο. Είναι πρώην ολλανδική αποικία και έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1975.
Ετυμολογία
Η ονομασία Σουρινάμ φαίνεται να προέρχεται από το όνομα Σουρινέν, μίας ομάδας ινδιάνων της γλωσσικής οικογένειας των Αραουάκων, οι οποίοι κατοίκησαν πρώτοι την περιοχή της σημερινής ομώνυμης χώρας, πριν την έλευση των Ευρωπαίων. Αρχικά, η περιοχή ονομάστηκε Σουρινάμ από Άγγλους αποίκους, οι οποίοι και ίδρυσαν τον πρώτο αποικιακό οικισμό στο Μάρσαλς Κρικ, δίπλα στον ποταμό Σουρινάμ. Παλαιότερα, η χώρα ήταν γνωστή ως Ολλανδική Γουιάνα, αν και ο όρος Σουρινάμ χρησιμοποιούταν από τους Άγγλους μέχρι να υιοθετηθεί και ως επίσημη ονομασία του σύγχρονου κράτους.
Ιστορία
Στις αρχές του 16ου αιώνα, η σημερινή περιοχή του Σουρινάμ ανακαλύφθηκε από Γάλλους, Ισπανούς και Άγγλους εξερευνητές της Αμερικής. Ένα αιώνα αργότερα, Ολλανδοί και Άγγλοι ίδρυσαν αποικίες φυτειών στα εύφορα εδάφη των ποταμών της ευρύτερης Γουιάνας. Η παλαιότερη καταγεγραμμένη αποικία βρισκόταν στον ποταμό Σουρινάμ και συγκεκριμένα στο Μάρσαλς Κρικ, που κατοικήθηκε από Άγγλους. Στην πορεία του χρόνου, αναπτύχθηκαν διενέξεις μεταξύ των Άγγλων και των Ολλανδών εμπόρων και φυτειοπαραγωγών στην περιοχή, με συνέπεια την απόφαση των Ολλανδών το 1667 να προστατεύσουν τις φυτείες της περιοχής από πιθανή κατάκτηση από τους Άγγλους. Έτσι, με τη συνθήκη της Μπρέντα κράτησαν τα δικαιώματα στην περιοχή, παραχωρώντας ως αντάλλαγμα στους Άγγλους τον μικρό εμπορικό σταθμό του Νέου Άμστερνταμ στη Βόρειο Αμερική, ο οποίος εξελίχθηκε στη σημερινή πόλης της Νέας Υόρκης.
Οι Ολλανδοί ιδιοκτήτες φυτειών βασίζονταν σε σκλάβους από την Αφρική για την καλλιέργεια καφέ, κακάο, ζαχαροκάλαμου και βαμβακιού, κατά μήκος των ποταμών της περιοχής. Η συμπεριφορά απέναντι στους σκλάβους ήταν σκληρή και πολλοί δραπέτευαν. Με τη βοήθεια ιθαγενών κατοίκων των γειτονικών τροπικών δασών, οι σκλάβοι ανέπτυξαν το δικό τους ιδιαίτερο κα ανεξάρτητο πολιτισμό. Γνωστοί με την ονομασία Μαρούνς στα αγγλικά και Μπόσνεγκερς στα ολλανδικά, οι ελεύθεροι αυτοί σκλάβοι δημιούργησαν πολλές ανεξάρτητες φυλές, όπως τις Σαραμάκα, Παραμάκα, Ντγιούκα ή Αουκάν, Κουίντι, Αλούκου ή Μπόνι και Ματάουι.
Οικισμός των Μαρούνς στον ποταμό Σουρινάμ το 1955.
Οι Μαρούνς έκαναν συχνά επιδρομές στις φυτείες για τη στρατολόγηση νέων μελών, αλλά έκλεβαν γυναίκες, όπλα, τροφή και προμήθειες. Αυτές οι επιθέσεις ήταν συχνά θανατηφόρες για τους ιδιοκτήτες και τις οικογένειές τους, και μετά από αρκετές ανεπιτυχείς εκστρατείες εναντίον των καταδρομέων, το 19ο αιώνα οι επίσημες αρχές υπέγραψαν συνθήκες ειρήνης, παραχωρώντας δικαιώματα αυτοδιάθεσης και εμπορίου στις φυλές των Μαρούνς.
Η δουλεία καταργήθηκε από την Ολλανδία στο Σουρινάμ το 1863, αλλά οι σκλάβοι στην περιοχή δεν ελευθερώθηκαν πλήρως παρά μόνο μετά το 1873, με τη θέσπιση μίας υποχρεωτικής μεταβατικής δεκαετίας με εργασία στις φυτείες με τον ελάχιστο μισθό και χωρίς βασανιστήρια. Με την πλήρη απελευθέρωση, οι περισσότεροι σκλάβοι εγκατέλειψαν τις φυτείες και μετοίκησαν στην πόλη του Παραμαρίμπο. Ως φυτειοπαραγωγική αποικία, το Σουρινάμ βασίζονταν στην παραγωγή και την χειρωνακτική εργασία, έτσι οι Ολλανδοί, για να αντισταθμίσουν την απουσία των σκλάβων, έφεραν μισθωμένους εργάτες από τις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες, δηλαδή τη σημερινή Ινδονησία, και την Ινδία, μέσω συμφωνίας με τους Βρετανούς. Επίσης, κατά το τέλος του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου, μικροί αριθμοί εργατών μεταφέρθηκαν από την Κίνα και τη Μέση Ανατολή. Αυτό έχει σήμερα ως συνέπεια, το Σουρινάμ, αν και μικρό πληθυσμιακά, να παρουσιάζει μία από τις πιο ποικίλες εθνικές συνθέσεις παγκόσμια.
Το 1954, οι Ολλανδοί παραχώρησαν στο Σουρινάμ ένα σύστημα περιορισμένης αυτοδιακυβέρνησης, ενώ διατήρησαν τον έλεγχο της άμυνας και των διεθνών σχέσεων. Το 1973, η τοπική κυβέρνηση με την ηγεσία του κόμματος ΝΡΚ, Κρεολών, Αφροαμερικάνων και μιγάδων, ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με την Ολλανδική κυβέρνηση για πλήρη ανεξαρτησία, η οποία τελικά παραχωρήθηκε στις 25 Νοεμβρίου του 1975. Οι τελικές συμφωνίες έδωσαν στη οικονομία της χώρας σημαντική βοήθεια για μία δεκαετία από την ανεξαρτησία, υποστηρίζοντας έτσι την ανάπτυξη.
Πρώτος πρόεδρος της χώρας ήταν ο Γιόχαν Φέριερ, πρώην κυβερνήτης, με πρωθυπουργό τον αρχηγό του Εθνικού Κόμματος του Σουρινάμ, Χενκ Άρον. Την περίοδο πριν την ανεξαρτησία, σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της χώρας μετοίκησε στην Ολλανδία, καθώς αρκετοί κάτοικοι φοβήθηκαν την πορεία του ανεξάρτητου κράτους μετά από το καθεστώς της Ολλανδικής υπεράκτιας αποικίας. Η διασπορά του Σουρινάμ ανέρχεται έτσι σε περισσότερους από 250,000, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους ζουν στην Ολλανδία.
Στις 25 Φεβρουαρίου του 1980, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα με την ηγεσία του Ντεσί Μπουτέρσε ανέτρεψε τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και ξεκίνησε μία δύσκολη οικονομικά και κοινωνικά περίοδος για τη χώρα. Οι επόμενες εκλογές και η υιοθέτηση νέου συντάγματος έγιναν το 1987, ενώ οι πραξικοπηματίες παρέμειναν στην ηγεσία του στρατού. Ο Μπουτέρσε, αντίθετος με τη νέα κυβέρνηση, την απομάκρυνε το 1990, με ενέργειες που έμειναν γνωστές στην ιστορία ως "το τηλεφωνικό πραξικόπημα". Η ισχύς του καθεστώτος όμως άρχισε να φθίνει μετά τις εκλογές του 1991, και ξέσπασε ένας βίαιος εμφύλιος πόλεμος μεταξύ του στρατού και των φυλών των Μαρούνς, με ηγέτη τον επαναστάτη Ρόνι Μπρούνσβαϊκ.
Η δημοκρατία στη χώρα ισχυροποιήθηκε σταδιακά μετά τα γεγονότα της δεκαετίας του 1990 και η οικονομία έγινε περισσότερο πολυδιάστατη και λιγότερο εξαρτημένη από την Ολλανδική οικονομική βοήθεια. Η εξόρυξη βωξίτη αποτελεί ένα ισχυρό τομέα, αλλά επίσης η ανακάλυψη και εκμετάλλευση πετρελαίου και χρυσού συνεισφέρει στην οικονομική ανεξαρτησία της χώρας. Η γεωργία, και ειδικότερα η καλλιέργεια μπανάνας και ρυζιού, αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της δραστηριότητας, καθώς και η πρόσφατη ανάπτυξη του εναλλακτικού τουρισμού παρέχει νέες δυνατότητες.
... βικιπαίδεια
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου